Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

Αηδονοφωλιές (Bόλος) - Πορταριά - Σταγιάτες (κυκλική)

Θέα προς το Βόλο από την Ανακασιά
Απόσταση: 9 χλμ. (+1 χλμ. προς την πηγή Μάνα με επιστροφή)
Διάρκεια: 4 ώρες (με στάσεις)
Υψόμετρο: από 95 μ. (Αηδονοφωλιές) σε 630 μ. (Πορταριά)
Συνολική ανάβαση/κατάβαση: 625 μ.
Σήμανση: κόκκινα σημάδια, πινακίδες
Πόσιμο νερό στη διαδρομή: ναι
Κατεβάστε ίχνος GPS:   από το Wikiloc   από το Everytrail


         Αυτή είναι μια όμορφη κυκλική περιήγηση στα καλντερίμια του Άνω Βόλου και της Ανακασιάς  μέχρι την Πορταριά και επιστροφή μέσω Σταγιατών. Αρχή και τέλος της πορείας μας είναι η τοποθεσία Αηδονοφωλιές, στο τέρμα της οδού Ιωλκού δίπλα στο Μέγα Ρέμα. Μπορούμε να πάμε με ταξί ή με το αστικό λεωφορείο 4, το οποίο τερματίζει εκεί.
          Από το πάρκινγκ στο τέρμα των αστικών λεωφορείων 4, στην τοποθεσία Αηδονοφωλιές, ανηφορίζουμε δεξιά από το ρέμα σε πλακόστρωτο δρομάκι, το οποίο κατόπιν γίνεται τσιμεντόδρομος. Λίγο πιο πάνω έχουμε αριστερά μας την εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου και μετά το Δημοτικό σχολείο. Ανηφορίζοντας συνεχώς σε μικρή απόσταση από την άσφαλτο που βρίσκεται δεξιά μας (σε δύο διασταυρώσεις δρόμων πάμε δεξιά ανηφορικά βλέποντας τα κόκκινα σημάδια), φθάνουμε στην πλατεία της Ανακασιάς, όπου υπάρχει προτομή του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ. Εκεί κοντά βρίσκεται και το μουσείο (οικία Κοντού) με τις ζωγραφιές του Θεόφιλου (αν είναι ανοικτό αξίζει να το επισκεφθούμε, τηλ. 2421047340, ώρες 8.00-15.00 Δευτέρα έως Παρασκευή-δείτε και εδώ). 
         Από τη βρύση της πλατείας συνεχίζουμε στο πλακόστρωτο και σε διασταύρωση πάμε δεξιά ανηφορίζοντας ομαλά ανατολικά στην οδό 28ης Οκτωβρίου. Προς τα κάτω έχουμε πανοραμική θέα του Βόλου και της θάλασσας του Παγασητικού, ενώ μπροστά μας βλέπουμε το δασωμένο λόφο της Επισκοπής με τα κυπαρίσσια. Για ένα διάστημα είκοσι μέτρων αποκαλύπτεται το παλιό καλντερίμι, αλλά μετά καλύπτεται πάλι. Προσέχοντας τα κόκκινα σημάδια, αφήνουμε σε λίγο τον πλακόστρωτο δρόμο και πάμε αριστερά σε ανηφορικό καλντερίμι. Πιο πάνω αγνοούμε πινακίδα που δείχνει δεξιά προς ''Παναγία'', ανεβαίνουμε τα σκαλοπάτια αριστερά και φθάνουμε στη μικρή πλατεία με την εκκλησία της Αγίας Τριάδος.
Αγία Τριάδα Ανω Βόλου
         Αμέσως πάνω από την εκκλησία περνά η άσφαλτος, την οποία διασχίζουμε λοξά και συνεχίζουμε σε καλντερίμι. Μετά τη βρύση, βαδίζουμε ευθεία για λίγο στο δρόμο και μετά, βλέποντας τα κόκκινα σημάδια αριστερά, παίρνουμε το ανηφορικό καλντερίμι που περνά κάτω από την κύρια άσφαλτο και συνεχίζει προς την εκκλησία του Προφήτη Ηλία. Κατόπιν βγαίνουμε στην άσφαλτο που πηγαίνει προς τις Σταγιάτες και βαδίζουμε σ` αυτήν. Μετά από διακόσια μέτρα και αφού περάσουμε το ρέμα, πάμε σε ανηφορικό δρόμο δεξιά. Σε κάποια σημεία διακρίνονται τμήματα καλντεριμιού μέσα στο δρόμο. Περνούμε δίπλα σε εξοχικά σπίτια και σε μία βρύση με τρεχούμενο νερό, καθώς ο δρόμος γίνεται φαρδύ πλακόστρωτο. Παραπάνω διασχίζουμε την άσφαλτο και ανηφορίζουμε ευθεία σε στενό τσιμεντόδρομο.
Στα καλντερίμια της Πορταριάς
         Διασχίζουμε άλλες δύο φορές την άσφαλτο, βαδίζοντας πλέον σε καλντερίμι ανάμεσα στα σπίτια της Πορταριάς. Στο εστιατόριο ''Γευσοκράτορας'' πάμε αριστερά στο καλντερίμι και βγαίνουμε πάλι στην άσφαλτο στη γωνία του αρχοντικού Ναουμίδη. Κατηφορίζουμε για λίγα μέτρα προς το πάρκινγκ και περνάμε απέναντι στο πλακόστρωτο που μας βγάζει στην επάνω πλευρά της πλατείας της Πορταριάς, δίπλα στο παλιό ξενοδοχείο ''Θεοξένια''. Μέχρις εδώ χρειαστήκαμε μία ώρα και 50 λεπτά για 4,5 χιλιόμετρα ανηφορικής διαδρομής (με τις στάσεις).
Πλατεία Πορταριάς
           Αφού κάνουμε μια επιβεβλημένη στάση αναψυχής στην όμορφη πλατεία της Πορταριάς, κατεβαίνουμε στην άσφαλτο και βαδίζουμε δεξιά προς Μακρινίτσα. Σε λίγα μέτρα φθάνουμε στο ρέμα της Μάνας. Εδώ αξίζει να κάνουμε μια παρέκκλιση από την πορεία μας για ν` ανεβούμε σε πολύ όμορφο μονοπάτι μέσα στο ρέμα, περνώντας εννιά ξύλινα γεφυράκια ανάμεσα σε πλατάνια και τρεχούμενα νερά, μέχρι την πηγή που βρίσκεται δεκαπέντε λεπτά πιο πάνω. Η φύση του Πηλίου εδώ είναι στις δόξες της.
Στο ρέμα της Μάνας
        Κατεβαίνοντας πάλι πίσω στο δρόμο, βαδίζουμε λίγο ακόμα προς την κατεύθυνση της Μακρινίτσας και περνούμε από τη βρύση της Αδάμαινας. Φθάνοντας στο κοιμητήριο και σε προσκυνητάρι που είναι στα δεξιά του δρόμου (προσοχή), βλέπουμε το πινακιδάκι στην αριστερή πλευρά της ασφάλτου και κατεβαίνουμε σε μονοπάτι-καλντερίμι που μας βγάζει σε ασφαλτόδρομο, στον οποίο βαδίζουμε για πενήντα μέτρα. Καθώς βλέπουμε μπροστά μας ένα γηπεδάκι μπάσκετ, πάμε λοξά αριστερά σε μονοπάτι. Παρακάτω ακολουθούμε την περίφραξη που είναι αριστερά μας, κατηφορίζοντας τώρα σε καλντερίμι. Πιο κάτω βγαίνουμε σε τσιμεντόδρομο και τον ακολουθούμε ευθεία. Περνάμε πλάι από δεξαμενή υδραγωγείου και μετά συνεχίζει φαρδύ μονοπάτι-δρόμος ανάμεσα σε ελαιοπερίβολα, κατηφορίζοντας ομαλά με νοτιοδυτική κατεύθυνση.  Στη διασταύρωση πάμε αριστερά.
Θέα προς Μακρινίτσα
      Παρακάτω το μονοπάτι βγαίνει λοξά σε τσιμεντόδρομο και συναντούμε τα πρώτα σπίτια των Σταγιατών. Ο δρόμος σύντομα μετατρέπεται σε καλντερίμι που κατηφορίζει έντονα.  Αφήνουμε το μπαλκόνι του Πλατανάκου στα αριστερά μας, κατόπιν έχουμε διασταύρωση  όπου φεύγει δεξιά η διαδρομή προς Μακρινίτσα, μετά περνάμε από μια βρύση με νερό και σε λίγο διασχίζουμε την άσφαλτο φθάνοντας στην πλατεία. Εδώ θα κάνουμε οπωσδήποτε μια στάση για να δροσιστούμε από το φημισμένο νερό των Σταγιατών  στην παλιά βρύση με τα αραβικά γράμματα, κάτω από τα δύο μεγάλα πλατάνια.
Πλατεία Σταγιατών
       Συνεχίζοντας  στο καλντερίμι που κατηφορίζει αριστερά από την πλατεία,  παρακάτω αυτό κάνει στροφή αριστερά και μετατρέπεται σε στενό δρόμο. Περνούμε από το παλιό μοναστήρι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και μετά έχουμε διασταύρωση, όπου πάμε δεξιά κάτω προς Βόλο. Περνούμε από το εκκλησάκι του Αγίου Σεραφείμ και λίγο παρακάτω βλέπουμε την πινακίδα αριστερά και μπαίνουμε σε μονοπάτι-καλντερίμι.
Κατεβαίνοντας από Σταγιάτες προς το Βόλο
         Απολαμβάνοντας θαυμάσια θέα προς Μακρινίτσα και Βόλο, περνάμε από το εκκλησάκι του Αγίου Παντελεήμονος, όπου θα κάνουμε μια στάση, και μετά βγαίνουμε σε κατηφορικό δρόμο. Στην απότομη δεξιά στροφή που κάνει πάμε ευθεία, ξαναβρίσκουμε για λίγο το καλντερίμι και κατεβαίνουμε σε δρόμο πλάι στο Μέγα Ρέμα.  Πιο κάτω περνούμε από τσιμεντένιο γεφυράκι στη δεξιά όχθη του ρέματος και το ακολουθούμε, μέχρι να φθάσουμε στο σημείο απ` όπου ξεκινήσαμε την πορεία μας.

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

Άγιος Λαυρέντιος-Κισσός

Φθινόπωρο στο δάσος οξιάς κοντά στα Τρία Ρέματα
Απόσταση: 14,4 χλμ.
Διάρκεια: 6,5 ώρες (καθαρός χρόνος πορείας 4.55΄)
Υψόμετρο: από 570 μ. (Αγ. Λαυρέντιος) σε 1330 μ. (μέγιστο) σε 530 μ. (Κισσός)
Συνολική ανάβαση: 860 μ.  Συνολική κατάβαση: 880 μ.
Σήμανση: κόκκινα σημάδια, πινακίδες
Πόσιμο νερό στη διαδρομή: ναι (Κρύα Βρύση)
Κατεβάστε ίχνος GPS:   από το Wikiloc   από το Everytrail


       Αυτή η χορταστική εξάωρη διαδρομή μέσα στο δάσος καστανιάς και οξιάς, συνδέει τον Άγιο Λαυρέντιο με τον Κισσό, περνώντας από τις τοποθεσίες Μοναστηράκι και Τρία Ρέματα. Και στα δύο χωριά  θα βρούμε εστιατόρια και ξενώνες που είναι ανοικτά όλο το χρόνο.
     Ξεκινώντας από την πλατεία του Αγίου Λαυρεντίου, αμέσως έχουμε στην κάτω γωνία μνημειακή νεοκλασική μαρμάρινη βρύση και δίπλα της ανηφορίζει καλντερίμι, το οποίο ακολουθούμε. Παραπάνω φθάνουμε σε άλλη βρύση χωρίς νερό, απ` όπου φεύγει αριστερά τσιμεντόδρομος (προσοχή). Εμείς όμως συνεχίζουμε στο ανηφορικό καλντερίμι από δεξιά, που μας φέρνει στο μοναστήρι του Αγίου Λαυρεντίου, το οποίο έδωσε και το όνομά του στο χωριό. Είναι από τα παλαιότερα του Πηλίου και χτίστηκε το 1378 από τον αγιορείτη μοναχό Όσιο Λαυρέντιο, πάνω σε θεμέλια ακόμη παλαιότερου κτίσματος (ίσως των αρχών του 11ου αιώνος) βενεδικτίνων μοναχών από το Αμάλφι της Ιταλίας. Σήμερα είναι γυναικείο με τρεις μοναχές και γιορτάζει στις 10 Μαΐου.
Μονή Αγίου Λαυρεντίου (καθολικό)
          Αφού επισκεφθούμε το ιστορικό μοναστήρι, βγαίνουμε στον ασφαλτόδρομο στην επάνω πλευρά της μονής και ανηφορίζουμε. Σε διασταύρωση πάμε δεξιά στην πινακίδα προς ''Αγριόλευκες'' και λίγο παραπάνω υπάρχει νέα πινακίδα αριστερά, που μας βάζει στο καλντερίμι στην επάνω πλευρά του δρόμου και ανηφορίζουμε μέσα σε καστανωτό. Ακολουθώντας τα κόκκινα σημάδια, συναντούμε κάμποσες φορές τον χωματόδρομο ανηφορίζοντας και τον διασχίζουμε ή τον ακολουθούμε για λίγα μέτρα προς τα επάνω, μέχρι να ξαναβρούμε τη συνέχεια του μονοπατιού.
           Πιο ψηλά, φθάνουμε σε εκκλησάκι, το οποίο χτίστηκε στη μνήμη των τεσσάρων αεροπόρων  που σκοτώθηκαν το 2004, όταν δύο F-16 κατέπεσαν στο Γολγοθά. Εδώ διασχίζουμε για τελευταία φορά το δρόμο (ο οποίος συνεχίζει προς Χάνια) και πλέον μπαίνουμε στο δάσος οξιάς με γενική  κατεύθυνση ανατολική. Περνούμε από την πηγή της Κρύας Βρύσης δίπλα σε παγκάκι (το νερό τρέχει από σωλήνα λίγα μέτρα κάτω από το μονοπάτι) και πιο πάνω φθάνουμε σε διασταύρωση μονοπατιών με πινακίδες. Εδώ πάμε δεξιά (προσοχή, αγνοούμε ένα μονοπάτι με μπλε σημάδια), ακολουθώντας κατεύθυνση νοτιοανατολική προς Σχιτζουράβλι και σε λίγο φθάνουμε στον αυχένα στην τοποθεσία Μοναστηράκι, όπου υπάρχει νέα διασταύρωση καθώς συναντούμε στενό χωματόδρομο.       
Δάσος με ψηλές οξιές πηγαίνοντας προς Τρία Ρέματα
        Εδώ ακολουθούμε το δρόμο προς τ` αριστερά (υπάρχει πινακίδα προς ''Κισσό''). Μετά από πενήντα μέτρα, προσέχοντας στην αριστερή πλευρά του δρόμου, βλέπουμε το πινακιδάκι και το κόκκινο σημάδι στο δέντρο να μας δείχνουν το μονοπάτι,  το οποίο κατηφορίζει μέσα στο δάσος οξιάς με κατεύθυνση βόρεια-βορειοανατολική. Στο δρόμο μας παρατηρούμε κάπου-κάπου παλιά σημάδια ανθρώπινης δραστηριότητας, όπως καρβουνόλακκους και λιθοσωρούς-πεζούλες. Το δάσος με τις πανύψηλες οξιές είναι παρθένο και μαγευτικό.
        Πιο κάτω, συναντούμε δασικό δρόμο και το μονοπάτι κατηφορίζει παράλληλα, εναλλάξ δεξιά και αριστερά του (προσοχή στα κόκκινα σημάδια), περνώντας και από ένα ρεματάκι με πηγή που τρέχει λίγο νερό.
      Ακολουθώντας τα σημάδια,  κατηφορίζουμε σε τμήματα δρόμου και μονοπατιού, μέχρι που  παρακάτω βγαίνουμε ξανά σε δρόμο, ο οποίος κατηφορίζοντας μας φέρνει να περάσουμε το μεγάλο Κισσώτικο ρέμα. Μεγάλα βράχια κομμένα απότομα στην κοίτη δημιουργούν ένα υποβλητικό θέαμα. Μόλις περάσουμε και το δεύτερο ρέμα που συμβάλλει εδώ, βρίσκουμε τη συνέχεια του μονοπατιού με τα κόκκινα σημάδια και το ακολουθούμε για λίγο ακόμα, μέχρι που μπαίνει σε χορταριασμένο ανηφορικό δρόμο και σε λίγο βγαίνουμε πάλι στον κύριο χωματόδρομο.
Πλησιάζοντας προς Κισσό. Στην απέναντι ράχη το Σκαμνί του Δράκου
        Από εδώ και πέρα, ο δρόμος πάει ομαλά, έχοντας βαδίσει γενικά πάνω στην πορεία του παλιού μονοπατιού μέσα σε δάσος καστανιάς. Στον ορίζοντα βλέπουμε την επιβλητική κατάφυτη πλαγιά που κατεβαίνει από την κορυφή Δραμάλα. Περνούμε από την τοποθεσία Χελιδονόπετρα και, πλησιάζοντας στον Κισσό, έχουμε δεξιά μας το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία.   
Προφήτης Ηλίας Κισσού
      Φθάνοντας στο χωριό, συναντούμε το καλντερίμι της διαδρομής Χάνια-Κισσός και το ακολουθούμε πλέον μέχρι να φθάσουμε στην πλατεία με την κεντρική εκκλησία της Αγίας Μαρίνας που κτίστηκε το 1745 μ.Χ. και κοσμείται από ένα περίτεχνο ηπειρώτικο τέμπλο και αγιογραφίες του ζωγράφου Παγώνη.
Πλατεία Κισσού

       Από τον Κισσό, μπορούμε να συνεχίσουμε βαδίζοντας προς Μούρεσι και προς την παραλία του Αι Γιάννη (όπου πάει και πούλμαν) ή τη Νταμούχαρη, ή ν` ανηφορίσουμε προς Χάνια (βλέπε τις αντίστοιχες διαδρομές).

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

Άνω Κερασιά - μνημείο Αλφόνς - μονή Φλαμουρίου (κυκλική)

Απόσταση: 18 χλμ.
Διάρκεια: 7 ώρες (καθαρός χρόνος πορείας 5.40΄)
Υψόμετρο: από 660 μ. ('Ανω Κερασιά) σε 965 μ. (μέγιστο)
Συνολική ανάβαση/κατάβαση: 834 μ.
Σήμανση: κόκκινα σημάδια
Πόσιμο νερό: μονή Φλαμουρίου
Κατεβάστε ίχνος GPS:   από το Wikiloc   από το Everytrail


        Στο τελευταίο σημείωμα που έγραψε ο Αλφόνς στην Κάτω Κορομπλιά στις 15-1-1981 το μεσημέρι λίγο πριν πεθάνει από το κρύο, δίνει οδηγίες στους μελλοντικούς διασώστες του και τους λέει: ''Μην έρθετε να με αναζητήσετε από το Βένετο, να έρθετε από την Κερασιά''. Βέβαια, το χαρτί αυτό έμεινε στην τσέπη του παλτού του (μαζί με ένα μπουκαλάκι κονιάκ και λίγους ξηρούς καρπούς) μέχρι να τον ανακαλύψουν δύο μήνες αργότερα, όταν άρχισαν να λιώνουν τα χιόνια. Γράφει ακόμα στο τέλος: ''Αν δε συμβεί κανένα θαύμα, σε λίγες ώρες θα είμαι κοκαλωμένος. Ναι, είμαι ευχαριστημένος που τελειώνω και πάω. Αρκετά, πολύ αρκετά...''
         Mε αυτήν τη μεγάλη κυκλική πορεία, ακολουθούμε τη διαδρομή που προτείνει ο Αλφόνς και επισκεπτόμαστε το λιτό μνημείο του στην κορυφή Κάτω Κορομπλιά, όπου πέθανε, και γυρίζουμε από το μοναστήρι του Φλαμουρίου. Συγκριτικά με την άλλη παραπλήσια διαδρομή που πηγαίνει στους ίδιους προορισμούς (Μονή Φλαμουρίου-Κάτω Κορομηλιά), εδώ έχουμε το πλεονέκτημα ότι ξεκινάμε από το τέρμα της ασφάλτου στην Άνω Κερασιά, πράγμα που βολεύει αυτούς που δε θέλουν να ταλαιπωρήσουν το αυτοκίνητό τους, ή δεν έχουν τζιπ για να πάνε στο Σταυρό (στο τέρμα του χωματόδρομου κοντά στο μοναστήρι). Σε αντάλλαγμα, η συνολική πορεία θα είναι μεγαλύτερη κατά μιάμιση ώρα. Να σημειωθεί ακόμα, ότι ο δρόμος για Άνω Κερασιά δε δέχεται μεγάλα λεωφορεία. Στην πλατεία της Κάτω Κερασιάς θα βρούμε εστιατόριο που είναι ανοικτό όλο το χρόνο.
Άνω Κερασιά, η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων κατεστραμμένη από τους Γερμανούς (φωτογραφία Φίλιππου Γκέσκου, 30-4-1983)
        Ξεκινώντας λοιπόν από το τέρμα της ασφάλτου και βαδίζοντας στο χωματόδρομο, φθάνουμε σε λίγο στην πλατεία της Άνω Κερασιάς μπροστά στη βρύση και ακολουθούμε το χορταριασμένο καλντερίμι που κατηφορίζει αμέσως αριστερά από την πλατεία. Kατεβαίνουμε στην παλιά βρύση και κατόπιν ανηφορίζουμε  για λίγα μέτρα λοξά προς τ` αριστερά. Περνώντας δίπλα από τα ερείπια του μαρτυρικού χωριού που κάηκε από τους Γερμανούς το 1944  και  αφήνοντας στα δεξιά το κτίριο του τυροκομείου (πρώην οπλουργείο των ανταρτών) που διατηρείται σχετικά καλύτερα, βαδίζουμε βορειοανατολικά σε φαρδύ μονοπάτι, που κατηφορίζει ομαλά προς μια ρεματιά. Εδώ υπήρχε μέχρι τη δεκαετία του 1980 το γεφύρι της Γελαδίστρας, το οποίο απογκρέμισε ένας τσοπάνης σύμφωνα με την αναφορά του Νίκου Χαρατσή και τώρα διατηρούνται μόνον οι βάσεις του.
Το γεφύρι της Γελαδίστρας λίγο πριν γκρεμιστεί (φωτογραφία του γιατρού Φίλιππου Γκέσκου-1980)
         Περνούμε τη ρεματιά δίπλα στο γκρεμισμένο γεφύρι και ανηφορίζουμε σε καλντερίμι. Παραπάνω, φθάνουμε σε σημείο όπου δεξιά μας έχουμε περιφραγμένο κτήμα. Εδώ υπάρχει διχάλα, όπου αριστερά συνεχίζει η διαδρομή για τη μονή Φλαμουρίου, ακολουθώντας την πορεία της ρεματιάς. Εμείς πάμε λοξά δεξιά σε φαρδύ μονοπάτι παράλληλο με την περίφραξη και σε λίγα μέτρα, βλέποντας το κόκκινο βέλος, στρίβουμε δεξιά και αρχίζουμε να ανηφορίζουμε στην πλαγιά προς τα νοτιοανατολικά. Εδώ υπάρχουν δύο παράλληλες διαδρομές, η δεξιότερη με τα μπλέ-κόκκινα σημάδια που ανηφορίζει ευθεία και πιο απότομα, ενώ η αριστερότερη με τα σκέτα κόκκινα σημάδια ανηφορίζει πιο ομαλά με ζικ-ζακ, διευκολύνοντας τα ζώα  που μετέφεραν φορτία. Πιο πάνω όμως ενώνονται και βγαίνουμε στη συνέχεια σε μεγάλο ξέφωτο ανάμεσα στις οξιές, στο οποίο τώρα φυτρώνουν χαμηλά κέδρα. που έχουν θεριέψει. Εδώ είμαστε στην τοποθεσία Κώστα Ράχη. Διασχίζουμε το ξέφωτο ακολουθώντας τα σημάδια και στην επάνω μεριά του προς τα ανατολικά βρίσκουμε στενό χωματόδρομο που στη συνέχεια γίνεται μονοπάτι (φεύγει δεξιά από το δρόμο), το οποίο ανηφορίζει ελαφρά μέσα σε υπέροχο δάσος οξιάς.
         Πιο πέρα, διασχίζουμε δασικό δρόμο και συνεχίζουμε για λίγο ακόμα στο μονοπάτι, που παραπάνω ξαναβγαίνει λοξά στο δρόμο επάνω σε διασταύρωση, όπου δεξιά φεύγει κατηφορικός δρόμος για Κερασιά. Εμείς βαδίζουμε στον δρόμο που ανηφορίζει ελαφρά με κατεύθυνση βορειοανατολική. Σε λίγο έχουμε διασταύρωση και πάμε αριστερά. Μετά από πενήντα μέτρα, βλέπουμε αριστερά μας πινακιδάκι για το μονοπάτι που πάει προς Φλαμούρι. Δεν πάμε από εκεί, αλλά συνεχίζουμε ευθεία στο δρόμο για ένα χιλιόμετρο περίπου, μέχρι που έχουμε δεξιά ένα εγκαταλελειμμένο μαντρί. Στο δέντρο δίπλα στο μαντρί υπάρχει κόκκινο σημάδι και πινακιδάκι. Εδώ παίρνουμε το μονοπάτι, που ανηφορίζει σαν αυλακιά σε αραιή βλάστηση με ανοικτούς ελιγμούς. Πιο πάνω ο δρόμος το κόβει δυο φορές και μετά βαδίζουμε για λίγο στο δρόμο. Σε διασταύρωση πάμε αριστερά (ευθεία πάει προς Νικόλα Λάκκα) και προσέχοντας για τα σημάδια στα δεξιά του δρόμου, βρίσκουμε αμέσως πάλι το μονοπάτι  μέσα στο δάσος οξιάς.
        Κατηφορίζουμε ομαλά ακολουθώντας τα σημάδια, περνώντας κοντά στην κορυφή Άνω Κορομπλιά (ή Κορομηλιά) που βρίσκεται δεξιά μας και τελικά βγαίνουμε σε βραχώδη τόπο, όπου η βλάστηση αραιώνει. Σε λίγο, κοντά στην επάνω άκρη του βράχου, βρίσκουμε το μνημείο του Αλφόνς: μια μεταλλική πλάκα, κομμένη από την καρίνα της βάρκας του, με χαραγμένο το όνομά του (ALFONS-XENOPHON-ANDREAS) και εικόνες από τη φύση του Πηλίου που τον μαγεψε. 


Μνημείο Αλφόνς
            Ο Αλφόνς Χοχάουζερ (1906-1981) έφυγε σε ηλικία 16 ετών από το πατρικό του σπίτι στην Αυστρία και, περιπλανώμενος, κατέληξε στο Πήλιο, όπου και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Δούλεψε σαν χοιροβοσκός και ψαράς, αναμίχθηκε σε θαλάσσιες αποστολές και καταδύσεις, συμμετείχε μάλιστα στην ανέλκυση του χάλκινου αγάλματος του Ποσειδώνος στο Αρτεμίσιο, που βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Κάποιοι τον θεωρούν κατάσκοπο και άλλοι αρχαιοκάπηλο. Μετά τον πόλεμο δημιούργησε ξενώνες, αρχικά στο νησί Τρίκερι και αργότερα στο Κουλούρι κοντά στο Βένετο,  για τη φιλοξενία επισκεπτών υψηλού επιπέδου που ήθελαν να ζήσουν διακοπές κοντά στη φύση. Όταν πια σε ηλικία 75 ετών έμαθε πως είχε καρκίνο, μετά από πολλή περίσκεψη και εσωτερική πάλη, επιδιώκοντας τον θάνατο από δική του ελεύθερη επιλογή (freitod) ξεκίνησε από το Κουλούρι ένα χειμωνιάτικο πρωινό που χιόνιζε και έφθασε στην Κάτω Κορομπλιά, όπου και έμεινε για να πεθάνει μέσα στο χιόνι. Η συναρπαστική ιστορία της ζωής και του θανάτου του υπάρχει στο βιβλίο του Κώστα Ακρίβου: ''Ποιός θυμάται τον Αλφόνς'' (εκδόσεις Μεταίχμιο 2010), καθώς και στον ιστότοπο http://www.alfons-hochhauser.de/ (στα γερμανικά). Διαβάστε ακόμα το μυθιστόρημα του Werner Helwig ''Οι ληστές του βυθού'' στα ελληνικά από τις εκδόσεις iWrite (πρωτότυπος τίτλος Raubfischer in Hellas).
Κατηφορίζοντας στη ράχη με φόντο το Αιγαίο
         Από το κολονάκι της κορυφής Kάτω Κορομπλιά που είναι εκεί κοντά (827 μ.) αρχίζουμε να κατηφορίζουμε προς βορράν πάνω στην πετρώδη ράχη με θέα στο Αιγαίο. Αν έχει διαύγεια, φαίνεται και ο Άθως. Ακολουθώντας συνεχώς τα κόκκινα σημάδια, πιο  κάτω παίρνουμε κατεύθυνση προς τα αριστερά (δυτικά). Σε κάποιο σημείο, όπου υπάρχει και στύλος με πινακίδα, βλέπουμε ευθεία δεξιά μπλε σημάδια, που σηματοδοτούν άλλο μονοπάτι, που πάει προς Παλιόκαστρο Βενέτου-Σπηλιές. Εμείς ακολουθούμε πάντα τα κόκκινα σημάδια και στην ταμππέλα πάμε αριστερά. Περνούμε μικρά ξέφωτα που εναλλάσσονται με δάσος, κατηφορίζοντας συνεχώς. Τελικά φθάνουμε κάτω στην κοίτη και περνούμε τη ρεματιά της Βαθουλωμένης. Το μονοπάτι τώρα ανηφορίζει ευθεία, μέχρι που φθάνουμε στη ράχη, όπου υπάρχει κίτρινη πινακίδα. Εδώ συναντούμε το μονοπάτι της διαδρομής Φλαμούρι-Βένετο, στο οποίο ανηφορίζουμε προς τ` αριστερά και σε λίγο βλέπουμε μπροστά μας το μοναστήρι του Φλαμουρίου.
Μονή Φλαμουρίου
    Χτισμένο το 1593 από τον όσιο Συμεών, είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος και γιορτάζει στις 6 Αυγούστου. Είναι από τα ελάχιστα πλέον μοναστήρια που συνεχίζουν να λειτουργούν κανονικά χωρίς να έχουν ηλεκτρισμό και χωρίς να πηγαίνει αμαξιτός δρόμος. Αξίζει να περιηγηθούμε στο εσωτερικό της μονής, που έχει τέσσερις μοναχούς και δίνει τη δυνατότητα φιλοξενίας σε μικρό αριθμό επισκεπτών, όμως οι γυναίκες της συντροφιάς αναγκαστικά θα μας περιμένουν έξω, αφού γι` αυτές εδώ ισχύει το άβατον.
Η είσοδος της μονής Φλαμουρίου
         Αφού επισκεφθούμε το ιστορικό μοναστήρι και πάρουμε νερό από τη βρύση του, συνεχίζουμε ανηφορίζοντας ανάμεσα σε καστανιές στην αρχή και κατόπιν οξιές. Αφήνουμε διασταύρωση με στενό μονοπάτι αριστερά δίπλα σε πηγή, το οποίο κατευθύνεται προς τη μονή Σουρβιάς και σε λίγο περνούμε ένα ρέμα, μέσα σε ένα εντυπωσιακό σκηνικό με τρεχούμενα νερά, μεγάλους βράχους και πανύψηλες οξιές.
Ανηφορίζοντας προς το Σταυρό
        Πιο πάνω φθάνουμε στην τοποθεσία Σταυρός, όπου τερματίζει χωματόδρομος, τον οποίο και ακολουθούμε κατηφορίζοντας. Πιο κάτω σε διασταύρωση πάμε αριστερά. Μετά από μισή ώρα περίπου, φθάνουμε σε πλάτωμα στην περιοχή της Κάτω Γούρας. Αριστερά ανηφορίζει δρόμος προς Κοκκινόγεια-Οβριό αλλά και Αντοβίτο-Καλιακούδα. Εμείς βαδίζουμε ευθεία και σε εκατόν πενήντα μέτρα έχουμε στα αριστερά μας ποτίστρα και νερόλακκο (σουβάλα).
         Εδώ θα  μπορούσαμε να συνεχίσουμε και από το δρόμο για να πάμε στην Άνω Κερασιά, όμως είναι προτιμότερο και ομορφότερο να πάμε από το μονοπάτι. Έτσι, στρίβουμε αριστερά ακολουθώντας τα σημάδια προς την ποτίστρα και σε λίγο περνάμε δίπλα από την πηγή της Κάτω Γούρας, που βρίσκεται κάτω από μια μεγάλη οξιά (έχει γίνει υδρομάστευση και δεν τρέχει νερό). Το μονοπάτι κινείται μέσα σε ωραίο δάσος οξιάς με κατεύθυνση νοτιοδυτική.
         Τελικά, φθάνουμε στη διασταύρωση όπου υπάρχει το περιφραγμένο κτήμα και ακολουθούμε προς τα πίσω τη διαδρομή που κάναμε στην αρχή της πορείας μας, για να επιστρέψουμε στην Άνω Κερασιά.

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2014

Χάνια-Ανήλιο-Αη Γιάννης

Η παραλία Πλάκα στον Αη Γιάννη
Απόσταση: 12,1 χλμ.
Διάρκεια: 4,5 ώρες (καθαρός χρόνος πορείας 3,5 ώρες)
Υψόμετρο: από 1170 μ. (Χάνια) σε 0 μ. (Αη Γιάννης)
Συνολική ανάβαση: 31 μ.  Συνολική κατάβαση: 1170 μ.
Σήμανση: κόκκινα σημάδια, λίγες πινακίδες
Πόσιμο νερό στη διαδρομή: Ανήλιο
Kατεβάστε ίχνος GPS:   από το Wikiloc   από το Everytrail



          Το Ανήλιο έχει το δικό του μονοπάτι προς τα Χάνια, το οποίο περνά από τα ''Ψηλά Κοτρώνια'', από τη βόρεια πλαγιά της κορυφής Αγριγίδι. Ευτυχώς, διατηρείται ακόμα μεγάλο μέρος του μέσα στο δάσος οξιάς και καστανιάς. Φθάνουμε από τα Χάνια στο χωριό σε τρεις ώρες περίπου, και κατόπιν συνεχίζουμε να κατηφορίζουμε για μια ώρα ακόμα σε ωραίο καλντερίμι προς τη θαυμάσια παραλία Πλάκα του Αη Γιάννη, που ήταν το βασικό επίνειο του χωριού (το άλλο ήταν ο Μπάνικας).  Από κεί μπορούμε να επιστρέψουμε με το απογευματινό λεωφορείο στις 17.30΄ (καλοκαιρινά δρομολόγια, ελέγξτε στο www.ktelvolou.gr). Στον Αη Γιάννη υπάρχουν ξενοδοχεία και ταβέρνες ανοικτά όλο το χρόνο, όπως επίσης και στο Ανήλιο τη θερινή περίοδο.
      Από τα Χάνια ανηφορίζουμε για το χιονοδρομικό κέντρο και στο δεύτερο πάρκινγκ στρίβουμε αριστερά προς Κισσό. Περνούμε τη βάση των λιφτ Η αρχή της πορείας μας βρίσκεται στη βάση των λιφτ. Βαδίζουμε στην άσφαλτο και μετά από μισό χιλιόμετρο περίπου φεύγει λοξά αριστερά από την άσφαλτο ένας χωματόδρομος και τον ακολουθούμε. Προσέχοντας στα δεξιά μας, βρίσκουμε παρακάτω  με τα κόκκινα σημάδια ένα τμήμα του μονοπατιού, το οποίο στη συνέχεια ξαναβγαίνει στο δρόμο. Μετά από ακόμα εκατό μέτρα, πάμε λοξά δεξιά σε δευτερεύοντα δρόμο και αμέσως αριστερά μπαίνουμε στο μονοπάτι, που κατηφορίζει μέσα στο πυκνό δάσος οξιάς. Λίγο πιο πέρα βλέπουμε από κάτω μας μια μεγάλη ανοικτή στέρνα.
Μονοπάτι στο δάσος οξιάς
         Κατηφορίζοντας προς τα βορειοανατολικά, πιο πέρα βγαίνουμε στο δρόμο πάνω σε διασταύρωση και ακολουθούμε το στενότερο αριστερό κλάδο. Αυτός μας οδηγεί σε πλάτωμα που λέγεται ''Στάλος''. Εδώ αφήνουμε το δρόμο βλέποντας τα σημάδια, πάμε μέσα στο πλάτωμα και βρίσκουμε απέναντι τη συνέχεια του μονοπατιού. Η κατεύθυνση είναι σταθερά βορειοανατολική.
  Βαδίζουμε για αρκετό διάστημα σχεδόν ισοϋψώς, βρίσκουμε και λίγο καλντερίμι, μέχρι που φτάνουμε στην τοποθεσία ''Ψηλά Κοτρώνια'' σε υψόμετρο 950 μέτρων. Εδώ το μονοπάτι αρχίζει πλέον να κατηφορίζει. Στην πορεία μας συναντούμε το δρόμο και βαδίζουμε κατά διαστήματα σ` αυτόν μέχρι να ξαναβρούμε διαδοχικά τη συνέχεια του μονοπατιού προσέχοντας τα κόκκινα σημάδια.
Η Μακρυρράχη, όπως φαίνεται από το δρόμο που βαδίζουμε
         Παρακάτω βαδίζοντας στο δρόμο έχουμε αριστερά ένα καλύβι-αποθήκη σε κτήμα με μηλιές (προσοχή). Εδώ, βλέποντας το κόκκινο βέλος, κατηφορίζουμε το δρόμο μέσα στο κτήμα και στην κάτω άκρη του κτήματος βρίσκουμε το καλντερίμι, που συνεχίζει να κατηφορίζει μέσα σε καστανιές. Λίγο πιο κάτω όμως, το καλντερίμι-μονοπάτι φθάνοντας σε ένα ρεματάκι χάνεται στην άλλη όχθη μέσα σε άγρια βλάστηση με αγκάθια και είναι αδιάβατο. Έτσι αναγκαστικά, λίγα μέτρα πριν φτάσουμε στο αδιέξοδο, κάνουμε μια παράκαμψη προς τα δεξιά, ακολουθώντας τα κόκκινα σημάδια (προσοχή). Πάμε δεξιά, μπαίνουμε σε ένα τυφλό αγροτικό δρόμο και μετά ακολουθούμε τον τσιμεντόδρομο κατηφορικά.
Θέα της Μακρυρράχης κατεβαίνοντας 
       Συνεχίζουμε στο δρόμο που παρακάτω πάει ομαλά, αποφεύγοντας ένα άλλο δύσβατο τμήμα του παλιού μονοπατιού. Τελικά κατεβαίνουμε κάτω στην κύρια άσφαλτο δίπλα στο τελευταίο σπίτι του χωριού, στην οποία βαδίζουμε προς τα δεξιά. Λίγο μετά το βενζινάδικο, προσέχοντας αριστερά μας βρίσκουμε εύκολα το φαρδύ καλντερίμι που μας κατεβάζει στην πλατεία του Ανηλίου, όπου δεσπόζει η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, χτισμένη το 1728. Μέχρις εδώ, χρειαστήκαμε περίπου τρεις ώρες πορείας από τη βάση των λιφτ.
Πλατεία Ανηλίου
        Κάτω από την πλατεία περνά ασφαλτόδρομος και τον ακολουθούμε, διασχίζοντας το χωριό με κατεύθυνση προς τη θάλασσα. Έχοντας πλέον βγει από το χωριό, αμέσως μετά από μια διασταύρωση με ανηφορικό ασφαλτόδρομο δεξιά, πάμε λοξά δεξιά σε στενό τσιμεντόδρομο που οδηγεί στο νεκροταφείο (προσοχή στα σημάδια). Ένας χωματόδρομος συνεχίζει δεξιά από  το νεκροταφείο προς τα κάτω και αμέσως μετά βλέπουμε το καλντερίμι αριστερά να κατηφορίζει μέσα στο δάσος.
Κατηφορίζοντας στο καλντερίμι προς Πλάκα
     Το καλντερίμι κόβεται από δρόμους και ξαναβρίσκουμε τη συνέχειά του σχετικά εύκολα, προσέχοντας και τα σημάδια. Τελικά βγαίνουμε και βαδίζουμε στην άσφαλτο. Παρακάτω υπάρχει διασταύρωση, όπου πάμε αριστερά κατηφορίζοντας και περνάμε από το ξενοδοχείο Εden. 
       Aμέσως μετά την είσοδο του Εden, υπάρχει πινακίδα. Ο δρόμος ευθεία πηγαίνει προς ''Παναγία Φανερωμένη'', απ` όπου συνεχίζει μονοπάτι προς Άγιο Χαράλαμπο και Μπάνικα. Εμείς παίρνουμε το στενό που κατηφορίζει δεξιά προς ''Πλάκα'' και σε λίγα μέτρα γίνεται καλντερίμι. Σε κάποια σημεία διατηρείται το παλιό λιθόστρωτο και σε άλλα είναι ξαναφτιαγμένο, αλλά δυστυχώς όχι με το σωστότερο τρόπο (οι επίπεδες πλάκες που χρησιμοποίησαν μπορεί να γλιστρούν αν είναι βρεγμένες και θέλουν προσοχή). Περνούμε από ένα κιόσκι με πεσμένο στύλο φωτισμού και βγαίνουμε κάτω στην αμμουδιά. Καθώς δεν πηγαίνει αυτοκίνητο εκεί, διατηρεί μια αίσθηση ατόφια, μαγευτική. Η Πλάκα παλιότερα ήταν ερημική, αλλά τώρα το μπαρ του ξενοδοχείου με τις ενοικιαζόμενες ξαπλώστρες δίνει ζωντάνια το καλοκαίρι, με αντίτιμο όμως ότι παίζει νεανική μουσική στη διαπασών από το πρωί ως το βράδι (ευτυχώς, το συνεχές ντάπα-ντούπα δεν ακούγεται στις άκρες της παραλίας).
Βαδίζοντας στην Πλάκα
         Βαδίζοντας λίγο ακόμα κατά μήκος της παραλίας προς το νότο,  περνούμε τα βραχάκια και βγαίνουμε στον τουριστικό παραλιακό οικισμό του Αη Γιάννη.

ΥΓ. Ευχαριστούμε τον Ανηλιώτη Ρήγα Θερσίτη, που μας έδειξε το μονοπάτι.

Σάββατο 16 Αυγούστου 2014

Πήλιο: Μυθολογία και Ιστορία

     
Πήλιο, θέα προς νότον από την κορυφή Σχιτζουράβλι (1450 μ.)
         

Εισαγωγή
         Το Πήλιο είναι μια ξεχωριστή περίπτωση ανάμεσα στα ελληνικά βουνά. Παρ`ότι δεν είναι ιδιαίτερα ψηλό -η ψηλότερη κορυφή του, ο Πουριανός Σταυρός, έχει υψόμετρο 1624 μέτρα- λόγω της γεωγραφικής του θέσης πιάνει πολλά χιόνια το χειμώνα. Ως αποτέλεσμα, έχει πολλά νερά και άρα αυξημένες δυνατότητες για ανθρώπινη εγκατάσταση: είναι το πιο πυκνοκατοικημένο βουνό της Ελλάδας, όμως παραμένει κατάφυτο, όπως ήταν και στην αρχαιότητα: ο Ησίοδος το ονομάζει υλήεν (δασωμένο) και ο Όμηρος εινοσίφυλλον (με φύλλα που σείονται). Καθώς η χερσόνησος του Πηλίου βρέχεται ταυτοχρόνως από τον Παγασητικό κόλπο και το Αιγαίο, βουνό και θάλασσα βρίσκονται πάντοτε πολύ κοντά.  Δεν πρέπει να υπάρχουν πολλά άλλα χιονοδρομικά κέντρα όπως αυτό του Πηλίου, που ν` απέχουν μόνο 3 ώρες πορείας από την παραλία.
Πήλιο, παραλία Παπά Νερό στον Αη Γιάννη
      O συνδυασμός βουνού και θάλασσας, ιστορίας και μυθολογίας, φυσικής ομορφιάς και παραδοσιακής αρχιτεκτονικής -αρχοντικά, μοναστήρια, γεφύρια, βρύσες, καλντερίμια- μαζί με τις υποδομές για καλοκαιρινό και χειμερινό τουρισμό αλλά και την εγγύτητα με ένα σύγχρονο αστικό κέντρο (την πόλη του Βόλου), όλα αυτά είναι που κάνουν το Πήλιο μοναδικό. Αν βρισκόταν σε κάποια πιο οργανωμένη χώρα της Ευρώπης, θα είχε από καιρό καθιερωθεί διεθνώς ως κορυφαίος προορισμός εναλλακτικού τουρισμού. Ενδεικτικά, το πλήθος των πεζοπορικών διαδρομών του είναι τέτοιο, ώστε μπορεί κανείς να περπατά κάθε μέρα σε άλλη διαδρομή και μετά από τρεις μήνες να μην έχουν ακόμα εξαντληθεί τα περιθώρια. Παραθαλάσσιες ή ορεινές, ευθύγραμμες ή κυκλικές, μέσα σε πυκνά δάση οξιάς, καστανιάς και βελανιδιάς ή χαμηλότερα σε μεσογειακή βλάστηση, ελαιώνες και οπωρώνες, με διάρκεια από μία μέχρι έντεκα ώρες, το Πήλιο έχει διαδρομές για όλους και για όλα τα γούστα. Το μόνο που δεν έχει, είναι η αλπική ζώνη και τα μεγάλα υψόμετρα. Χιονοδρομία, αναρρίχηση, διάσχιση φαραγγιών, σπηλαιολογία, ιππασία, ποδηλασία βουνού, κανό-καγιάκ, καταδύσεις, ιστιοπλοΐα, βοτανολογία-μανιταρολογία, οι δυνατότητες για εναλλακτικό τουρισμό είναι πάρα πολλές.
Νότιο Πήλιο, κατηφορίζοντας στο καλντερίμι Λαύκος-Μηλίνα

                                                                        Μυθολογία
        Τρεις κύριες μυθολογικές ιστορίες σχετίζονται με το Πήλιο: ο μύθος των Κενταύρων, του Ιάσονος με την Αργοναυτική εκστρατεία και των γάμων του Πηλέως με την Θέτιδα.
       Οι Κένταυροι ήταν μυθολογικά όντα που ζούσαν στο Πήλιο, μισοί άνθρωποι από τη μέση και πάνω και μισοί άλογα. Είχαν χαρακτήρα άγριο και πρωτόγονο, βίαιο, παρορμητικό και φιλήδονο. Ζούσαν σε σπηλιές και κυνηγούσαν άγρια ζώα οπλισμένοι με πέτρες και ξύλα. Η Κενταυρομαχία, αγαπημένο θέμα παραστάσεων στους αρχαιοελληνικούς ναούς, αναφέρεται στη συμπλοκή και εξολόθρευση των Κενταύρων, όταν στο γάμο του βασιλέως των Λαπιθών Πειρίθου με την Ιπποδάμεια, οι μεθυσμένοι Κένταυροι προσπάθησαν ν` αρπάξουν τη νύφη και τις άλλες γυναίκες για να τις βιάσουν. Στην ιστορία αυτή οι αρχαίοι Έλληνες έβλεπαν συμβολικά την επικράτηση του ανθρώπινου πολιτισμού επάνω στα πρωτόγονα, ζωώδη ένστικτα.
Κενταυρομαχία (μετώπη του Παρθενώνα, Βρετανικό Μουσείο)
          Όμως, δεν ήταν όλοι οι Κένταυροι ίδιοι. Ο Κένταυρος Χείρων, γιος του Κρόνου και της νύμφης Φιλύρας ήταν ειρηνικός, σοφός δάσκαλος και μύστης. Γνώριζε τα μυστικά της φύσης και των τεχνών, της ιατρικής και των βοτάνων, της μουσικής, αστρολογίας και της μαντικής. Στη σπηλιά όπου ζούσε στο Πήλιο έγινε παιδαγωγός-δάσκαλος πολλών ηρώων, ανάμεσά τους οι Ασκληπιός, Αχιλλέας, Ιάσων και Πηλέας.
Κένταυρος Χείρων

            Πατέρας του Ιάσονος ήταν ο Αίσων, βασιλεύς της Ιωλκού. Όταν ο αδελφός του ο Πελίας του άρπαξε τη βασιλεία, ο Αίσων εμπιστεύθηκε τον ανήλικο γιό του στον Κένταυρο Χείρωνα για να τον προστατέψει και να τον διδάξει. Μετά από χρόνια, ενήλικος πια, ο Ιάσων αποφάσισε να γυρίσει στην Ιωλκό για ν` αντιμετωπίσει τον σφετεριστή του θρόνου του πατέρα του. Στο δρόμο, περνώντας τον ορμητικό ποταμό Άναυρο, έχασε το ένα του σανδάλι. Ένας χρησμός προειδοποιούσε τον Πελία να φυλάγεται από τον ''μονοσάνδαλο''. Έτσι μόλις αντίκρισε τον Ιάσονα, δήλωσε ότι δεν είχε αντίρρηση να του παραδώσει το θρόνο, αρκεί να έφερνε πίσω το χρυσόμαλλο δέρας. Αυτό, δώρο του Φρίξου στον βασιλιά Αιήτη, βρισκόταν στο βασίλειο της Κολχίδος στον Εύξεινο Πόντο, όπου το φύλαγε ένας ακοίμητος δράκος στην ιερή βελανιδιά του Άρεως. Ο Ιάσων δέχτηκε την πρόκληση και ανέθεσε στο ναυπηγό Άργο την κατασκευή του πλοίου για το μεγάλο ταξίδι.
H νέα Αργώ στο λιμάνι του Βόλου
         Στο λιμάνι των Παγασών κοντά στην Ιωλκό, απ` όπου ξεκίνησε η Αργώ, μαζεύτηκαν όλοι οι ήρωες, η ''ντριμ τιμ'' της μυθικής εποχής. Μεταξύ άλλων: Ηρακλής, Θησέας, Ορφέας, Κάστωρ και Πολυδεύκης (οι Διόσκουροι), Πηλέας, Λαέρτης, Αμφιάραος, Μελέαγρος, Ζήτης και Κάλαϊς (φτερωτοί γιοι του Βορέα), Άργος, Φιλοκτήτης, Τελαμών...ο κατάλογος είναι μακρύς. Μόνη γυναίκα στους Αργοναύτες -και αυτή αμφίβολη- αναφέρεται η Αταλάντη.
      Aφού απάλλαξαν στη Θράκη τον μάντη Φινέα από τις Άρπυιες (θηλυκά τέρατα που του άρπαζαν την τροφή), ζήτησαν τη βοήθειά του για να περάσουν από τις τρομερές Συμπληγάδες πέτρες στα στενά του Βοσπόρου, που έκλειναν απότομα και τσάκιζαν ό,τι περνούσε ανάμεσά τους. Ο Φινέας τους συμβούλεψε να δοκιμάσουν αφήνοντας πρώτα ένα περιστέρι. Αν αυτό περνούσε, έπρεπε να κωπηλατήσουν με όλη τους τη δύναμη για να περάσουν κι αυτοί. Αν χανόταν, τότε κάθε προσπάθεια ήταν καταδικασμένη και έπρεπε να γυρίσουν πίσω. Το περιστέρι πέρασε, χάνοντας μόνο ένα φτερό από την ουρά του. Αμέσως μετά πέρασε κι η Αργώ με μια μικρή ζημιά στην πρύμνη, κι από τότε οι Συμπληγάδες έμειναν ακίνητες.
        Όταν οι Αργοναύτες έφθασαν στην Κολχίδα, ο Αιήτης ζήτησε από τον Ιάσονα να ζέψει τους ταύρους που του είχε δωρίσει ο Ήφαιστος, οι οποίοι είχαν χάλκινες οπλές και έβγαζαν φωτιά από τα ρουθούνια τους, για να οργώσει ένα χωράφι και να σπείρει δόντια του δράκου. Με τη βοήθεια της μάγισσας κόρης του Αιήτη, της Μήδειας, που τον ερωτεύτηκε και τον άλειψε με ένα μαγικό υγρό που τον έκανε άτρωτο για μια μέρα, ο Ιάσων έζεψε τους ταύρους και έσπειρε τα δόντια του δράκου. Η Μήδεια τον προειδοποίησε επίσης ότι απ` αυτά θα φύτρωναν οπλισμένοι πολεμιστές. Ρίχνοντας πέτρες ανάμεσά τους για να τους μπερδέψει, τους έκανε ν` αλληλοσκοτωθούν. Με τα μάγια της Μήδειας κοίμισε το δράκο, πήρε το χρυσόμαλλο δέρας από την ιερή βελανιδιά, κατόρθωσε να ξεφύγει απ` τον Αιήτη και επέστρεψε μετά από πολλές ακόμα περιπέτειες στην Ιωλκό.
Ο Ιάσων παίρνει το χρυσόμαλλο δέρας
       Ο μύθος της Αργοναυτικής εκστρατείας αντανακλά τις δυσκολίες και τους κινδύνους που αντιμετώπιζαν οι πρώτοι ριψοκίνδυνοι θαλασσοπόροι, που έφθαναν μέχρι τον Εύξεινο Πόντο με τα πλοία τους, δημιουργώντας πλούτο με το εμπόριο και την ανταλλαγή των αγαθών. Όμως ο μύθος αυτός ξανάζησε στη σύγχρονη εποχή: το 2004-2006 κατασκευάστηκε στο Βόλο μια πεντηκόντορος, αντίγραφο της Αργούς με εργαλεία και τεχνικές της αρχαιότητας, που ταξίδεψε το 2008 μέχρι τους Αγίους Σαράντα στην Αδριατική και την επομένη χρονιά έφθασε στην αρχαία Κολχίδα, στο Μπατούμι της σημερινής Γεωργίας.
Η νέα Αργώ  εν πλω
          O τελευταίος μύθος έχει να κάνει με τον Πηλέα, γιο του Αιακού και βασιλέα των Μυρμηδόνων, ο οποίος έδωσε και το όνομά του στο Πήλιο. Αυτός με την προτροπή του Διός παντρεύτηκε μια θαλάσσια θεότητα, τη Νηρηίδα Θέτιδα.  Ο Ζευς είχε τον χρησμό ότι ο γιος της Θέτιδος θα γινόταν δυνατότερος από τον πατέρα του και ήθελε οπωσδήποτε να την παντρέψει με θνητό, για να μην τυχόν απειληθεί η εξουσία του. Με τη συμβουλή λοιπόν του θεού Πρωτέως, ο Πηλεύς πήγε και την παραμόνεψε σε μια θαλασσοσπηλιά και, όταν αυτή ανύποπτη βγήκε από τη θάλασσα, την άρπαξε σφιχτά. Για να του ξεφύγει αυτή μεταμορφώθηκε σε λιοντάρι, φωτιά, φίδι και στο τέλος σε σουπιά και του τίναξε το μελάνι της. Βλέποντας η Θέτις ότι με τίποτα δεν θα την άφηνε, τελικά του παραδόθηκε.
Ο Πηλέας αρπάζει τη Θέτιδα
         Οι γάμοι τους έγιναν στο Πήλιο, στη σπηλιά του Κενταύρου Χείρωνος. Όλοι οι θεοί ήταν καλεσμένοι, εκτός από την καβγατζού θεά Έριδα. Αυτή, χολωμένη, για να εκδικηθεί έριξε ανάμεσα στους καλεσμένους ένα χρυσό μήλο, που είχε την επιγραφή ''τη καλλίστη'' (''στην ομορφότερη''). Όπως ήταν αναμενόμενο, Ήρα, Αθηνά και Αφροδίτη άρχισαν να μαλώνουν για το ποια έπρεπε να το πάρει και ζήτησαν από τον Δία ν` αποφασίσει. Αυτός, φοβούμενος το θυμό των δυο χαμένων με την απόφαση που θα έπαιρνε, όρισε αντ`  αυτού κριτή στο διαγωνισμό θεϊκής ομορφιάς τον Πάρι, γιο του βασιλιά της Τροίας Πριάμου. Οι τρεις θεές, αφού λούστηκαν στην πηγή της Ίδης στην Κρήτη, εμφανίστηκαν στολισμένες μπροστά στο νεαρό πρίγκηπα και παρουσίασαν η καθεμία τα δώρα της: η Ήρα εξουσία και πλούτη, η Αθηνά αρετή και σοφία. Καλά και σπουδαία όλα αυτά χωρίς αμφιβολία, η Αφροδίτη όμως του προσέφερε τον έρωτα της Ωραίας Ελένης, συζύγου του Μενελάου, της ωραιότερης γυναίκας πάνω στη γη. Ο Πάρις φυσικά έδωσε το μήλο στην Αφροδίτη και η απόφαση αυτή έμελλε να προκαλέσει τον Τρωικό Πόλεμο.
H κρίσις του Πάριδος
        Γιος του Πηλέως και της Θέτιδος ήταν ο μέγιστος των ηρώων, ο Αχιλλεύς. Η μητέρα του, γνωρίζοντας από χρησμό ότι το παιδί της έμελλε να δοξαστεί πολύ μα και να πεθάνει πρόωρα, για να τον κάνει άτρωτο τον βούτηξε στα νερά της Στυγός (του ποταμού του Άδη) κρατώντας τον από τη φτέρνα. Σε άλλη παραλλαγή του μύθου, άλειψε τον Αχιλλέα με αμβροσία και μετά τον έβαλε στη φωτιά. Ο Πηλεύς βλέποντας τη σκηνή τρόμαξε νομίζοντας ότι ήθελε να σκοτώσει το παιδί, τη σταμάτησε και την έδιωξε. Έτσι, η πτέρνα παρέμεινε το μόνο τρωτό σημείο του Αχιλλέως, την ανατροφή του οποίου ανέλαβε στη συνέχεια ο Κένταυρος Χείρων.

Ιστορία
         Η ανθρώπινη παρουσία στις παρυφές του Πηλίου αρχίζει από την προϊστορική εποχή. Οι ακροπόλεις του Σέσκλου και του Διμηνίου κατοικούνται συνεχώς από τη νεολιθική περίοδο (5η χιλιετία π.Χ.) μέχρι τα μυκηναϊκά χρόνια, και μάλιστα ο μυκηναϊκός οικισμός του Διμηνίου ταυτίζεται με την αρχαία Ιωλκό. Μεταξύ άλλων, αρχαίοι οικισμοί της περιοχής ήταν οι: Παγασαί, Γλαφυραί, Ολιζών, Νήλεια, Κορόπη, Σπάλαυθρα, Ορμίνιον, Κασθαναία, Αμφαναί.


 Μυκηναϊκός θολωτός τάφος ''Λαμιόσπιτο'' στο Διμήνι
       Στο λόφο της Γορίτσας στο Βόλο υπάρχουν τα ερείπια ελληνιστικής πόλης του 4ου αιώνα π.Χ., που εγκαταλείφθηκε μέσα σε λίγες δεκαετίες αφ` ότου κτίστηκε και δεν ξέρουμε ούτε καν το όνομά της. Το 294 π.Χ. ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, βασιλεύς της Μακεδονίας, ιδρύει την Δημητριάδα στην περιοχή Πευκάκια απέναντι από το σημερινό Βόλο, από την οποία σήμερα σώζονται ερείπια του τείχους, του υδραγωγείου, του ανακτόρου και το αρχαίο θέατρο. Η πόλη άκμασε στην αρχαιότητα, όντας πρωτεύουσα του Μακεδονικού βασιλείου και αργότερα του Κοινού των Μαγνήτων, αλλά και έδρα επισκοπής από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Άρχισε να παρακμάζει τον 6ο αιώνα μ.Χ. και εγκαταλείφθηκε τελειωτικά κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο ή και νωρίτερα. 
Περπατώντας στα ερείπια του τείχους της Αρχαίας Δημητριάδος
          Στη βυζαντινή εποχή, για καλύτερη προστασία από τις επιδρομές βαρβάρων και πειρατών, οι  κάτοικοι της Δημητριάδος μεταφέρονται στο Κάστρο, ερείπια του οποίου σώζονται στο λόφο των Παλαιών Βόλου. Εκείνη την εποχή έχουμε επιδρομές και εγκατάσταση Σλάβων στο Πήλιο, όπως μαρτυρούν τα αρκετά σλαβικά τοπωνύμια (Γορίτσα, Ζαγορά κλπ.). Ο πυρήνας τριών σημαντικών χωριών, της Ζαγοράς, Μακρινίτσας και Πορταριάς, δημιουργείται τον 12ο αιώνα γύρω από τα μοναστήρια της Mεταμορφώσεως, της Οξείας Επισκέψεως και της Δρυανούβαινας αντίστοιχα. Κατά παρόμοιο τρόπο ξεπήδησαν και τα υπόλοιπα χωριά. Τέτοια ήταν η μοναστική άνθηση εκείνη την εποχή στο Πήλιο, που η Άννα Κομνηνή αναφέρει στην Αλεξιάδα την περιοχή ως ''όρος των Κελλίων'', δηλαδή των μοναστηριών, σαν ένα δεύτερο Άγιο Όρος.
Moνή Αγίου Λαυρεντίου, καθολικό (1378 μ.Χ.)
        Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας (15ος-19ος αιώνας) στο Κάστρο εγκαθίσταται τουρκική φρουρά από το 1423, οπότε οι χριστιανοί κάτοικοι εκδιώκονται και αναγκάζονται να μετακομίσουν ψηλότερα προς τον Άνω Βόλο. Το όνομα Γκόλος (Kuluz στα τούρκικα), μετέπειτα Βόλος, σλαβικής προελεύσεως μάλλον κι αυτό (από το golο=γυμνός ή, κατ` άλλη εκδοχή, από το παλαιοσλαβονικό golosh=έδρα διοικήσεως), εμφανίζεται για πρώτη φορά σε γραπτές πηγές στα τέλη του 13ου αιώνα. Οι Τούρκοι επικυρίαρχοι κατέλαβαν τα εύφορα αρόσιμα πεδινά, όπως αυτά των Λεχωνίων και της Αργαλαστής, αφήνοντας για τους χριστιανούς τα πιο δύσβατα ημιορεινά μέρη, που δεν τους ενδιέφεραν. Οι ελληνικές κοινότητες είχαν το προνόμιο να είναι ως επί το πλείστον αυτοδιοίκητες, πληρώνοντας έναν καθορισμένο χρηματικό φόρο.
Αρχοντικό στη Μακρινίτσα

          Τα χωριά του Πηλίου αναπτύσσονται και ακμάζουν μέσα στην Τουρκοκρατία, ιδιαίτερα τον 18ο  αιώνα. Τότε έρχονται από τα Ζαγοροχώρια και από το Ζουπάνι (σημερινό Πεντάλοφο Κοζάνης), συντροφιές από Ηπειρώτες τεχνίτες της πέτρας, οι οποίοι χτίζουν τις εκκλησίες, τα γεφύρια και τα αρχοντικά που θαυμάζουμε σήμερα.  Τα προϊόντα (κυρίως λάδι, ελιές, οπωρικά, κάστανα, μεταξωτά, ξυλεία) μεταφέρονταν με μουλάρια στη θάλασσα (κάθε χωριό είχε τις δικές του παραλίες-επίνεια). Εκεί φορτώνονταν σε πλοία (περίφημα ήταν τα Ζαγοριανά καράβια) και έφθαναν στα λιμάνια της Ευρώπης και της Ανατολής για να μεταπωληθούν. Με τη χορηγία πλουσίων εμπόρων-ευεργετών ιδρύονται ανώτερες σχολές, όπως το Ελληνομουσείον στη Ζαγορά, όπου σπούδασε και ο Ρήγας Βελεστινλής, και η Σχολή των Μηλεών, με δασκάλους τον Άνθιμο Γαζή, Γρηγόριο Κωνσταντά και Δανιήλ Φιλιππίδη.
Ελληνομουσείον Ζαγοράς 
           Το 1881, το Πήλιο μαζί με όλη τη Θεσσαλία ενσωματώνεται στο νεοελληνικό κράτος. Η σύγχρονη πόλη του Βόλου είχε ιδρυθεί μόλις σαράντα χρόνια πριν, όταν πλούσιοι έμποροι έφθασαν μέχρι την Κωνσταντινούπολη για να πάρουν από τον Σουλτάνο την άδεια (φιρμάνι) να χτίσουν σπίτια, μαγαζιά και εκκλησία έξω από το Κάστρο, αφού βέβαια κατέθεσαν και ένα σημαντικό ποσό στο προσωπικό ταμείο του Σουλτάνου, παρακάμπτοντας έτσι την αρνητική στάση του τοπικού αγά.  Καθώς αποτελεί τη φυσική πύλη εξόδου των προϊόντων της εύφορης θεσσαλικής πεδιάδας προς τη θάλασσα, η αστική ανάπτυξη του Βόλου μετά την απελευθέρωση και την κατασκευή λιμενικών και σιδηροδρομικών υποδομών, είναι ραγδαία.
Θέα του Βόλου από το λόφο της Γορίτσας
           Στα τέλη του 19ου αιώνα αποφασίζεται η κατασκευή στενής σιδηροδρομικής γραμμής πλάτους 60 εκατοστών (τύπου Decauville) από το Βόλο προς τα χωριά του Πηλίου, με προοπτική να φθάσει μέχρι τη Ζαγορά. Υπεύθυνος του έργου αναλαμβάνει ο Ιταλός μηχανικός Εβαρίστο Ντε Κίρικο, πατέρας του υπερρεαλιστή ζωγράφου Τζιόρτζιο Ντε Κίρικο, ο οποίος γεννήθηκε στο Βόλο. Τελικά το τραίνο έφθασε μέχρι τις Μηλιές το 1903 και λειτούργησε κανονικά μέχρι το 1971, ενώ τα τελευταία χρόνια επαναλειτουργεί με επιτυχία ως τουριστικό αξιοθέατο. προσελκύοντας πάνω από 20000 επισκέπτες το 2018.
To τραινάκι του Πηλίου στη σιδερένια γέφυρα Ταξιάρχη, κοντά στις Μηλιές
        Η γερμανική Κατοχή και το αντάρτικο αφήνουν πληγές, εκτελεσμένους και καμμένα χωριά (Δράκεια, Μηλιές, Καραμπάσι, Άνω Κερασιά, Κανάλια). Με τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1955-57 η πόλη του Βόλου χάνει σχεδόν όλα τα νεοκλασικά της αστικά κτίρια, που δυστυχώς αντικαθίστανται από πολυκατοικίες. Είχε προηγηθεί, αμέσως μετά την απελευθέρωση, μια άλλη καταστροφή με την απερίσκεπτη κατεδάφιση των τειχών του Κάστρου και της παλιάς πόλης.  Με την ανάπτυξη των αυτοκινήτων μεταπολεμικά, πολλά καλντερίμια καταστρέφονται, γίνονται δρόμοι και καλύπτονται από άσφαλτο ή τσιμέντο. Τα χωριά του Πηλίου περνούν μια δύσκολη περίοδο και αυτά καθώς η αγροτική ζωή υποχωρεί, έως ότου έρθει αργότερα ο τουρισμός φέρνοντας νέες πηγές εισοδημάτων.
Βόλος, Μέγαρο Χατζηκυριαζή (γκρεμίστηκε με τους σεισμούς)
      Σήμερα, ο Βόλος είναι μια σύγχρονη και ζωντανή πόλη, έδρα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με ανθρώπινο μέγεθος και θετικές προοπτικές. Το Πήλιο επίσης φαίνεται να βρίσκει μιαν ισορροπία ανάμεσα στη γεωργική καλλιέργεια και τον τουρισμό. Αν προστατευθούν και αναδειχθούν τα δυνατά του σημεία, θα είναι δικαιολογημένος ο χαρακτηρισμός του ως ''παραδείσου'', με τις όποιες ατέλειες που μοιραία έχουν όλοι οι παράδεισοι επί της γης.    
Βόρειο Πήλιο, στο δάσος οξιάς πάνω από τη Μακρινίτσα (Γυφτόρεμα)

Επίλογος 
        Ως επίλογο, παραθέτω το ποίημα του Γεωργίου Δροσίνη ''Ύμνος του Βουνού'' από την συλλογή Γαλήνη (1902), το οποίο αναφέρεται στο Πήλιο:

Η Πλάση, η παντοδύναμη κι απόνετη μητέρα 
για σένα δεν εστάθηκε καθόλου ακριβοχέρα. 
Αν έδωσε σ’ άλλο βουνό ψήλος και περηφάνεια 
κι άλλο βουνό αν το σκέπασε με λόγγους και ρουμάνια 
κι άλλο βουνό αν το πύργωσε σε βράχους και κοτρώνια 
κι άλλο βουνό αν στεφάνωσεν ολοχρονίς με χιόνια, 
μάζεψε απ’ όλα τα βουνά τη μοιρασμένη χάρη, 
την έσμιξε και σ’ έπλασε, Βουνό - βουνών καμάρι !

Του ανθρώπου η πολυμήχανη και φωτισμένη γνώση 
ακόμα δεν κατόρθωσε και σένα να ημερώσει. 
Αδάμαστο, ανυπόταχτο στυλώνεις το κεφάλι 
κι έχεις κρυφές τις ομορφιές, παρθενικά τα κάλλη. 
Όταν ο πόνος μυστικά τα σπλάχνα σου σπαράζει, 
του πόνου αχνάδα η καταχνιά την όψη σου σκεπάζει.
Κι όταν παλεύεις με στοιχειά κι από θυμό ξανάφτεις, 
θεριεύεις, ανταριάζεσαι, σειέσαι, βροντάς, αστράφτεις 
πανώριο στη νεροποντή και στην ανεμοζάλη, 
πανώριο και στην ξαστεριά, που σε φωτίζει πάλι.

Κι όταν ατόφιο και βαρύ και παγωμένο χιόνι 
από τα πόδια ως την κορφή πέφτει και σε πλακώνει 
μαρμαρωμένο φαίνεσαι, καθώς στα παραμύθια 
μα έχεις κρυμμένη τη ζωή στα παγωμένα στήθια.
Κι άμα προβάλει ολόφεγγος ο ήλιος απ’ αγνάντια, 
το μάρμαρο σπα και γεννά σμαράγδια και διαμάντια: 
Σμαράγδια τα ρουμάνια σου, διαμάντια τα νερά σου, 
απλώνονται, σκορπίζονται, χύνονται ολόγυρά σου. 
Χαρίσματα αξετίμητα και δώρα ευλογημένα 
στα εικοσιτέσσερα χωριά, που κρέμονται από σένα.
Και δίνεις στις ζωές ζωή, φέρνεις στις χάρες χάρη, 
περήφανο και σπλαχνικό Βουνό - βουνών καμάρι.